- επιτροπή
- Ausschuss м.
- επιτροπή
- Kommission ж.
- επιτροπή
- Komitee ср.
- ειδική επιτροπή
-
- εξεταστική επιτροπή
-
- ανακριτική επιτροπή
-
- επιτροπή για την απασχόληση ЕС
-
- επιτροπή διαμεσολάβησης
-
- επιτροπή εμπειρογνωμόνων
-
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή
-
- κοινή επιτροπή
-
- Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ЕС
-
- νομική επιτροπή
-
- επιτροπή ολομέλειας
-
- Επιτροπή των Περιφεριών ЕС
-
- επιτροπή συνδιαλλαγής ЕС
-
Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?
Пожалуйста, отправьте нам новый словарный запись для PONS OpenDict. Внесенные предложения проверяются редакцией PONS и соответствующим образом включаются в результаты.
- επιτροπή ж. διαιτησίας
- επιτροπή ж. συνδιαλλαγής ЕС
- επιτροπή ж. εμπειρογνωμόνων
- επιτροπή ж. ελέγχου
- επιτροπή ж. διαμεσολάβησης