греко » немецкий

Переводы „αναγκαστική“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

αναγκαστική προσγείωση
αναγκαστική δημοπρασία
αναγκαστική κράτηση
Beugehaft ж.
αναγκαστική αγορά
αναγκαστική διαχείριση
αναγκαστική εκχώρηση
αναγκαστική εκκαθάριση
αναγκαστική εισαγωγή
αναγκαστική προσγείωση
αναγκαστική εκτέλεση
αναγκαστική παραμονή
αναγκαστική υποθήκη
αναγκαστική έξωση
αναγκαστική συγχώνευση
αναγκαστική εκποίηση
αναγκαστική απαλλοτρίωση
αναγκαστική εκτέλεση σε ακίνητα

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский