греко » немецкий

Переводы „αναζήτηση“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

αναζήτησ|η <-εις> [anaˈzitisi] SUBST ж.

1. αναζήτηση (ζήτηση):

αναζήτηση
Suche ж. +род. nach +дат.
στην αναζήτηση της ευτυχίας
σε αναζήτηση δουλειάς

2. αναζήτηση (έρευνα):

αναζήτηση

Примеры со словом αναζήτηση

αναζήτηση ж. δουλειάς
στην αναζήτηση της ευτυχίας
σε αναζήτηση δουλειάς

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский