греко » немецкий

Переводы „ανωμαλία“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

ανωμαλία [anɔmaˈlia] SUBST ж.

1. ανωμαλία (σε ρυθμό):

ανωμαλία

2. ανωμαλία (σε επιφάνεια, έδαφος):

ανωμαλία

3. ανωμαλία ЛИНГВ. (απόκλιση από τον κανόνα):

ανωμαλία

4. ανωμαλία:

ανωμαλία БИОЛ., ФИЗ.
Anomalie ж.
μαγνητική ανωμαλία

5. ανωμαλία (ψυχική, σεξουαλική):

ανωμαλία

Примеры со словом ανωμαλία

ισοστατική ανωμαλία
μαγνητική ανωμαλία
κλιματική ανωμαλία
έκκεντρη ανωμαλία АСТРОН.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский