греко » немецкий

Переводы „αξιοποίηση“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

αξιοποίησ|η <-εις> [aksiɔˈpiisi] SUBST ж.

1. αξιοποίηση (ταλέντου, κατάστασης):

αξιοποίηση
αξιοποίηση αποβλήτων

2. αξιοποίηση (εδάφους):

αξιοποίηση
αξιοποίηση

Примеры со словом αξιοποίηση

αξιοποίηση ж. αποβλήτων
αξιοποίηση αποβλήτων

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский