греко » немецкий

Переводы „βομβαρδισμός“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

βομβαρδισμός [vɔɱvarðizˈmɔs] SUBST м.

βομβαρδισμός
αεροπορικός βομβαρδισμός
βομβαρδισμός με ηλεκτρόνια ФИЗ.
βομβαρδισμός με ηλεκτρόνια ФИЗ.
βομβαρδισμός με νετρόνια

Примеры со словом βομβαρδισμός

αεροπορικός βομβαρδισμός
βομβαρδισμός м. με νετρόνια
βομβαρδισμός με νετρόνια
βομβαρδισμός με ηλεκτρόνια ФИЗ.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский