греко » немецкий

Переводы „γεννήτρια“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

γεννήτρια [jɛˈnitria] SUBST ж. ЭЛЕКТР.

γεννήτρια
Generator м.
ετεροπολική γεννήτρια
γεννήτρια θορύβου
γεννήτρια μικροκυμάτων
μικτή γεννήτρια
γεννήτρια όζοντος
γεννήτρια υψηλής τάσης

Примеры со словом γεννήτρια

γεννήτρια ж. όζοντος
γεννήτρια ж. θορύβου
γεννήτρια ж. μικροκυμάτων
γεννήτρια ж. αρμονικών
ετεροπολική γεννήτρια ЭЛЕКТР.
γεννήτρια θορύβου
γεννήτρια μικροκυμάτων
μικτή γεννήτρια
γεννήτρια όζοντος
γεννήτρια υψηλής τάσης

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский