греко » немецкий

Переводы „γυμναστική“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

γυμναστική [jimnastiˈci] SUBST ж.

γυμναστική
Turnen ср.
γυμναστική
Gymnastik ж.
αναπνευστική γυμναστική
ενόργανη γυμναστική
πρωινή γυμναστική
ρυθμική γυμναστική
γυμναστική σπονδυλικής στήλης

Примеры со словом γυμναστική

ενόργανη γυμναστική
αναπνευστική γυμναστική
γυμναστική άσκηση
πρωινή γυμναστική
ρυθμική γυμναστική

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский