- γυμναστική
- Turnen ср.
- γυμναστική
- Gymnastik ж.
- αναπνευστική γυμναστική
-
- ενόργανη γυμναστική
- Geräteturnen ср.
- καλλιτεχνική γυμναστική (στο δίζυγο κτλ)
- Geräteturnen ср.
- πρωινή γυμναστική
-
- ρυθμική γυμναστική
-
- γυμναστική σπονδυλικής στήλης
-
Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?
Пожалуйста, отправьте нам новый словарный запись для PONS OpenDict. Внесенные предложения проверяются редакцией PONS и соответствующим образом включаются в результаты.
- ενόργανη γυμναστική
- Geräteturnen ср.
- αναπνευστική γυμναστική
- γυμναστική άσκηση
- καλλιτεχνική γυμναστική (στο δίζυγο κτλ)
- Geräteturnen ср.
- πρωινή γυμναστική