греко » немецкий

Переводы „δακτύλιος“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

δακτύλιος [ðakˈtiliɔs] SUBST м.

δακτύλιος
Ring м.
δακτύλιος εμβόλου
ετήσιος δακτύλιος
δακτύλιος βάσης (αρχαίου ναού)
Torus м.
διατεταγμένος δακτύλιος МАТЕМ.

Примеры со словом δακτύλιος

δακτύλιος м. εστίασης
δακτύλιος εμβόλου
δακτύλιος βάσης (αρχαίου ναού)
Torus м.
ετήσιος δακτύλιος
διατεταγμένος δακτύλιος МАТЕМ.
λακτονικός δακτύλιος
βενζολικός δακτύλιος
πυρρολικός δακτύλιος
φουρανικός δακτύλιος
δακτύλιος м. του κρατήρα

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский