греко » немецкий

Переводы „διαδοχή“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

διαδοχή [ðiaðɔˈçi] SUBST ж.

1. διαδοχή (αλλεπάλληλη σειρά):

διαδοχή
Abfolge ж.

2. διαδοχή (ανάληψη θέσης):

διαδοχή
Nachfolge ж.
διαδοχή γενεών
κληρονομική διαδοχή
Erbfolge ж.
περιουσιακή διαδοχή

Примеры со словом διαδοχή

διαδοχή ж. εδαφών ЮРИД.
κληρονομική διαδοχή
περιουσιακή διαδοχή ЮРИД.
διαδοχή γενεών
διαδοχή ж. εξ αδιαθέτου

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский