греко » немецкий

Переводы „διαμορφωτής“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

διαμορφωτής (διαμορφώτρια) [ðiamɔrfɔˈtis, ðiamɔrˈfɔtria] SUBST м./ж. (ж.)

1. διαμορφωτής (πλατείας, χώρου, πολιτικής):

διαμορφωτής (διαμορφώτρια)
Gestalter(in) м. (ж.)

2. διαμορφωτής (χαρακτήρα):

διαμορφωτής (διαμορφώτρια)
Former(in) м. (ж.)

3. διαμορφωτής ЭЛЕКТР.:

διαμορφωτής (διαμορφώτρια)
Modulator м.
γραμμικός διαμορφωτής
οπτικός διαμορφωτής
οπτικός διαμορφωτής
διαμορφωτής φάσης

Примеры со словом διαμορφωτής

γραμμικός διαμορφωτής
οπτικός διαμορφωτής
διαμορφωτής φάσης

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский