греко » немецкий

Переводы „διοίκηση“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

διοίκησ|η <-εις> [ðiˈicisi] SUBST ж.

1. διοίκηση (διοικητική αρχή):

διοίκηση
δημόσια διοίκηση
εσωτερική διοίκηση
κεντρική διοίκηση
οικονομική διοίκηση
διοίκηση προσωπικού

2. διοίκηση (διεύθυνση, διακυβέρνηση):

διοίκηση
Leitung ж.
διοίκηση επιχείρησης

3. διοίκηση ВОЕН.:

διοίκηση

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский