греко » немецкий

Переводы „εκδίκηση“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

εκδίκησ|η <-εις> [ɛkˈðicisi] SUBST ж.

εκδίκηση
Rache ж.
ζητώ εκδίκηση
διψώ για εκδίκηση
κάνω κάτι για/από εκδίκηση

Примеры со словом εκδίκηση

ζητώ εκδίκηση
είναι διψασμένος για εκδίκηση перенос.
διψώ για εκδίκηση
διψάει για εκδίκηση
κάνω κάτι για/από εκδίκηση

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский