греко » немецкий

Переводы „εξαγορά“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

εξαγορά [ɛksaɣɔˈra] SUBST ж.

1. εξαγορά (κρατουμένου):

εξαγορά
Loskauf м.

2. εξαγορά (κατάθεσης μάρτυρα):

εξαγορά
Erkaufen ср.

3. εξαγορά (δωροδοκία):

εξαγορά

4. εξαγορά (θητείας):

η εξαγορά της θητείας

Примеры со словом εξαγορά

εξαγορά μετοχών
εξαγορά επιχείρησης
η εξαγορά της θητείας

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский