греко » немецкий

Переводы „εξαιρετικός“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

εξαιρετικ|ός <-ή, -ό> [ɛksɛrɛtiˈkɔs] ПРИЛ.

1. εξαιρετικός (που αποτελεί εξαίρεση, ειδικός):

εξαιρετικός
besondere(r, s)

2. εξαιρετικός (ασυνήθιστος, αξιοθαύμαστος):

εξαιρετικός

3. εξαιρετικός (άριστος):

εξαιρετικός

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский