греко » немецкий

Переводы „επεξεργασία“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

επεξεργασία [ɛpɛksɛrɣaˈsia] SUBST ж.

1. επεξεργασία (κειμένου, έργου):

επεξεργασία
επεξεργασία κειμένου ИНФОРМ.
(ηλεκτρονική) επεξεργασία δεδομένων
επεξεργασία πληροφοριών

2. επεξεργασία (επινόηση: σχεδίου):

επεξεργασία

3. επεξεργασία (υλικών):

επεξεργασία

4. επεξεργασία (απορριμμάτων):

επεξεργασία
επεξεργασία λυμάτων

Примеры со словом επεξεργασία

επεξεργασία ж. δεδομένων
αερόβια επεξεργασία
επιφανειακή επεξεργασία
επεξεργασία κειμένου ИНФОРМ.
επεξεργασία πληροφοριών
επεξεργασία λυμάτων
επεξεργασία ж. σε πραγματικό χρόνο

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский