греко » немецкий

Переводы „επιστρέφω“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

I . επ|ιστρέφω <-έστρεψα [ή -ίστρεψα], -ιστράφηκα> [ɛpiˈstrɛfɔ] VERB перех.

1. επιστρέφω (δίνω πίσω):

επιστρέφω

2. επιστρέφω (χρήματα: από δημόσια αρχή, από επιχείρηση):

επιστρέφω
επιστρέφω 500 ευρώ σε κάποιον

3. επιστρέφω (στέλνω πίσω):

επιστρέφω

4. επιστρέφω (αγορασμένο είδος):

επιστρέφω

II . επ|ιστρέφω <-έστρεψα [ή -ίστρεψα], -ιστράφηκα> [ɛpiˈstrɛfɔ] VERB неперех.

επιστρέφω (γυρίζω) VERB неперех.:

επιστρέφω

Примеры со словом επιστρέφω

επιστρέφω 500 ευρώ σε κάποιον

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский