греко » немецкий

Переводы „κύτταρο“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

κύτταρο [ˈcitarɔ] SUBST ср.

κύτταρο
Zelle ж.
αδενικό κύτταρο
αρχέγονο κύτταρο
αφρώδες κύτταρο
βακτηριακό κύτταρο
βασικό κύτταρο
κύτταρο δέρματος
Hautzelle ж.
επιθηλιακό κύτταρο
ζωικό κύτταρο
ηπατικό κύτταρο
μαγνητικό κύτταρο ЭЛЕКТР.
μητρικό κύτταρο ГЕНЕТ.
μυϊκό κύτταρο
νευρικό κύτταρο
Pyramidenzellen ж. мн.
τριχωτό κύτταρο
Haarzelle ж.
Killerzellen ж. мн.

Примеры со словом κύτταρο

κύτταρο ср. εγκεφάλου
κύτταρο ср. μνήμης БИОЛ.
αδενικό κύτταρο
επιθηλιακό κύτταρο
επιτρεπτικό κύτταρο
φελλώδης κύτταρο БОТАН.
καρκινικό κύτταρο
οσφρητικό κύτταρο
γαγγλιακό κύτταρο
χρωμόφιλο κύτταρο
ηπατικό κύτταρο
τριχωτό κύτταρο
βλαστικό κύτταρο
αρχέγονο κύτταρο
αφρώδες κύτταρο

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский