греко » немецкий

Переводы „μέθοδος“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

μέθοδος [ˈmɛθɔðɔs] SUBST ж.

1. μέθοδος (διδασκαλίας κτλ):

μέθοδος
Methode ж.
μέθοδος διδασκαλίας
μέθοδος εξέτασης
μέθοδος θεραπείας

2. μέθοδος (τρόπος ενέργειας):

μέθοδος

3. μέθοδος (τρόπος για την επίτευξη σκοπού):

μέθοδος

Примеры со словом μέθοδος

μέθοδος ж. συμψηφισμού
μέθοδος ж. κατασκευής
μέθοδος ж. δοκιμής
μέθοδος ж. εργασίας
μέθοδος ж. σύγκρισης
μέθοδος ж. μέτρησης
μέθοδος ж. διάγνωσης
μέθοδος ж. απόσβεσης
μέθοδος εξέτασης
μέθοδος διδασκαλίας
μέθοδος θεραπείας
διδακτική μέθοδος
εκτυπωτική μέθοδος
επαγωγική μέθοδος
ερευνητική μέθοδος

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский