греко » немецкий

παράστασ|η <-εις> [paˈrastasi] SUBST ж.

1. παράσταση (σε πίνακα, ως ηθοποιός):

παράσταση

2. παράσταση (θεατρικού έργου):

παράσταση
παράσταση
ειδική παράσταση
απογευματινή παράσταση
βραδινή παράσταση

3. παράσταση (εξωτερική όψη, μορφή):

παράσταση
Gestalt ж.

4. παράσταση (νοητή εικόνα):

παράσταση

5. παράσταση ЮРИД. (παρουσία):

παράσταση
δικαίωμα ср. ς

παράσταση SUBST

Статья, составленная пользователем
παράσταση (εμφάνιση) ж.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский