греко » немецкий

Переводы „περιοδικό“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

περιοδικό [pɛriɔðiˈkɔ] SUBST ср.

περιοδικό
εβδομαδιαίο περιοδικό
μηνιαίο περιοδικό
επιστημονικό περιοδικό
ηλεκτρονικό περιοδικό
ηλεκτρονικό περιοδικό
E-Magazin ср.

Примеры со словом περιοδικό

ανδρικό περιοδικό
διμηνιαίο περιοδικό
εβδομαδιαίο περιοδικό
μηνιαίο περιοδικό
ηλεκτρονικό περιοδικό
επιστημονικό περιοδικό
περιοδικό κύμα
σκανδαλοθηρικό περιοδικό
(περιοδικό) συνεχές κλάσμα

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский