греко » немецкий

περιοχή [pɛriɔˈçi] SUBST ж. και перенос.

περιοχή
Gebiet ср.
στην περιοχή της перенос.
αλιευτική περιοχή
αναπτυσσόμενη περιοχή ЭКОН.
βιομηχανική περιοχή
δυναμική περιοχή ФОТО.
ερωτογενής περιοχή
οικονομική περιοχή ПОЛИТ., ЭКОН.

περιοχή SUBST

Статья, составленная пользователем
περιοχή (διοικητική ενότητα) ж.
Bezirk м.

περιοχή SUBST

Статья, составленная пользователем
περιοχή ж.
Gegend ж.

Примеры со словом περιοχή

περιοχή ж. πωλήσεων
περιοχή ж. βασίλισσας
περιοχή ж. βολών (σε στάδιο)
περιοχή ж. βασιλιά
περιοχή ж. συχνωτήτων
περιοχή ж. spa (σε κτήριο)
περιοχή ж. τέρματος
περιοχή ж. λήψης (κεραίας)
περιοχή ж. αλιείας
κατεχόμενη περιοχή
ολαρκτική περιοχή
βαθύαλη περιοχή
Bathyal ср.
νεοτροπική περιοχή
παράκτια περιοχή
πανιδική περιοχή
ηβική περιοχή
αλιευτική περιοχή
αναπτυσσόμενη περιοχή ЭКОН.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский