греко » немецкий

Переводы „προσωπική“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

προσωπική χρήση
προσωπική επιχείρηση
προσωπική περιουσία
προσωπική κατανάλωση
προσωπική εταιρεία
προσωπική επιχείρηση
προσωπική δουλεία
προσωπική ελευθερία
προσωπική ελευθερία
προσωπική εταιρεία
προσωπική εταιρεία
προσωπική ανέλιξη
προσωπική ευθύνη
προσωπική εταιρεία
προσωπική αρτηρία
προσωπική φλέβα
προσωπική αρτηρία
προσωπική εμπειρία
προσωπική αντωνυμία
για προσωπική χρήση

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский