немецко » греческий

Переводы „σηκώνομαι“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

σηκώνομαι
σηκώνομαι
σηκώνομαι
σηκώνομαι
σηκώνομαι
σηκώνομαι
σηκώνομαι
σηκώνομαι (στα πισινά πόδια)
συνηθίζω να σηκώνομαι νωρίς
σηκώνομαι στο μάθημα
σηκώνομαι στις μύτες των ποδιών
σηκώνομαι στις μύτες των ποδιών
греко » немецкий

Переводы „σηκώνομαι“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

σηκώνομαι
σηκώνομαι από
σηκώνομαι όρθιος

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский