греко » немецкий

Переводы „σύνδεσμος“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

σύνδεσμος [ˈsinðɛzmɔs] SUBST м.

1. σύνδεσμος (ένωση ανθρώπων):

σύνδεσμος
Verband м.
σύνδεσμος
Bund м.
επαγγελματικός σύνδεσμος
σύνδεσμος φορολογουμένων
σύνδεσμος ταμιευτηρίων

2. σύνδεσμος (σχέση, φιλία):

σύνδεσμος
Bund м.

3. σύνδεσμος ЛИНГВ.:

σύνδεσμος
διαζευκτικός σύνδεσμος

4. σύνδεσμος ИНФОРМ. (σε ιστοσελίδα):

σύνδεσμος
Link м.

Примеры со словом σύνδεσμος

αντιθετικός σύνδεσμος
εναντιωματικός σύνδεσμος
επαγγελματικός σύνδεσμος
σύνδεσμος φορολογουμένων
σύνδεσμος ταμιευτηρίων
χιαστός σύνδεσμος АНАТ.
Kreuzband ср.
διαζευκτικός σύνδεσμος
βουβωνικός σύνδεσμος
(πλατύς) σύνδεσμος м. μήτρας

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский