греко » немецкий

Переводы „χαρακτηριστικό“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

χαρακτηριστικό [xaraktiristiˈkɔ] SUBST ср.

χαρακτηριστικό
Merkmal ср.
το χαρακτηριστικό του είναι η υπομονή του
κληρονομικό χαρακτηριστικό
Erbmerkmal ср.
κύριο χαρακτηριστικό
Hauptmerkmal ср.
Gesichtszüge м. мн.

Примеры со словом χαρακτηριστικό

κύριο χαρακτηριστικό
κληρονομικό χαρακτηριστικό
το χαρακτηριστικό του είναι η υπομονή του

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский