немецко » греческий

Переводы „αστική“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

αστική εταιρεία ж.
αστική τάξη ж.
αστική ευθύνη ж.
αστική συνδιάλεξη ж.
αστική συγκοινωνία ж.
αστική υπόθεση ж.
греко » немецкий

Переводы „αστική“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

αστική κυκλοφορία
αστική τάξη
Bürgertum ср.
αστική ευθύνη
αστική κυκλοφορία
αστική κυκλοφορία
αστική κυκλοφορία
αστική τάξη
αστική αγωγή
αστική ευθύνη
αστική δίκη
αστική κοινότητα
αστική συνδιάλεξη
αστική ζώνη/περιοχή
Stadtgebiet ср.
αστική/τοπική κλήση

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский