немецко » греческий

Переводы „διακύμανσης“ в словаре немецко » греческий

(Перейти к греко » немецкий)
περιθώριο ср. διακύμανσης
διεύρυνση ж. περιθωρίου διακύμανσης
περιθώριο ср. διακύμανσης των τιμών
Kurssicherung ФИНАНС., ЭКОН.
κάλυψη ж. συναλλαγματικής διακύμανσης
φάση ж. οικονομικής διακύμανσης
έχω ένα περιθώριο διακύμανσης απόμέχρι
греко » немецкий

Переводы „διακύμανσης“ в словаре греко » немецкий

(Перейти к немецко » греческий)
εύρος ср. διακύμανσης
ανάλυση ж. διακύμανσης ЭКОН.

Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский