греко » немецкий

Переводы „εγκατάλειψη“ в словаре греко » немецкий

(Перейти к немецко » греческий)

εγκατάλειψ|η <-εις> [ɛŋgaˈtalipsi] SUBST ж.

1. εγκατάλειψη (απομάκρυνση):

εγκατάλειψη
Verlassen ср.
εγκατάλειψη της χώρας
εγκατάλειψη της χώρας
Ausreise ж.

2. εγκατάλειψη (παραίτηση):

εγκατάλειψη
Aufgabe ж.
εγκατάλειψη του σχεδίου

Примеры со словом εγκατάλειψη

εγκατάλειψη ж. της κυριότητας
εγκατάλειψη της χώρας
εγκατάλειψη του σχεδίου

Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский