немецко » греческий

Переводы „επενδύσεις“ в словаре немецко » греческий

(Перейти к греко » немецкий)
επενδύσεις ж. мн. αντικατάστασης
επενδύσεις ж. мн. στην έρευνα
προτεραιότητα ж. για επενδύσεις
ροπή ж. προς επενδύσεις
греко » немецкий

Переводы „επενδύσεις“ в словаре греко » немецкий

(Перейти к немецко » греческий)
ακαθάριστες επενδύσεις
διαθρωτικές επενδύσεις
επενδύσεις ж. мн. επιχείρησης
μικτές επενδύσεις
εγκρίνω επενδύσεις
διαθρωτικές επενδύσεις
επενδύσεις ж. мн. του αγροτικού τομέα
Agrarinvestitionen ж. мн.
έσοδα ср. мн. από επενδύσεις κεφαλαίου
επενδύσεις ж. мн. σε οικοδομές
Bauinvestitionen ж. мн.
επενδύσεις ж. мн. παγίου κεφαλαίου
ακαθάριστες επενδύσεις ж. мн. παγίου κεφαλαίου
ζήτηση για επενδύσεις
έσοδα ср. мн. από επενδύσεις κεφαλαίου
επενδύσεις ж.мн. εθνικής άμυνας
επενδύσεις ж. мн. του αγροτικού τομέα
Agrarinvestitionen ж. мн.
αποθεματικό για επενδύσεις

Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский