греко » немецкий

Переводы „ισχύς“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

ισχ|ύς <-ύος> [isˈçis] SUBST ж.

1. ισχύς (δύναμη):

ισχύς
Kraft ж.
Heizkraft ж.
οικονομική ισχύς ЭКОН.
ισχύς συνόλου МАТЕМ.
ισχύς φακού ФИЗ.

2. ισχύς (δύναμη επιβολής):

ισχύς

3. ισχύς (επιρροή):

ισχύς
Einfluss м.

5. ισχύς ФИЗ. (μηχανής κτλ):

ισχύς
Leistung ж.
ισχύς εξόδου
ηλεκτρική ισχύς
ισχύς πεδίου
στιγμιαία ισχύς
στιγμιαία ισχύς

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский