греко » немецкий

Переводы „κληρονομικότητα“ в словаре греко » немецкий

(Перейти к немецко » греческий)

κληρονομικότητα [klirɔnɔmiˈkɔtita] SUBST ж.

1. κληρονομικότητα (το φαινόμενο):

κληρονομικότητα
Vererbung ж.
ποσοτική κληρονομικότητα
χρωμοσωματική κληρονομικότητα

2. κληρονομικότητα (κληρονομησιμότητα):

κληρονομικότητα
κληρονομικότητα

Примеры со словом κληρονομικότητα

μητροκλινής κληρονομικότητα
πατροκλινής κληρονομικότητα
ποσοτική κληρονομικότητα
χρωμοσωματική κληρονομικότητα

Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский