греко » немецкий

Переводы „ξεσκόνισμα“ в словаре греко » немецкий

(Перейти к немецко » греческий)

ξεσκόνισμα [ksɛˈskɔnizma] SUBST ср.

1. ξεσκόνισμα (ως δουλειά του σπιτιού):

ξεσκόνισμα
Staubwischen ср.
το ξεσκόνισμα δε μ' αρέσει καθόλου

2. ξεσκόνισμα (η πράξη):

ξεσκόνισμα
Abstauben ср.
το ξεσκόνισμα της καρέκλας

Примеры со словом ξεσκόνισμα

το ξεσκόνισμα της καρέκλας
το ξεσκόνισμα δε μ' αρέσει καθόλου

Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский