греко » немецкий

Переводы „πετρελαίου“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

παγίδα πετρελαίου
κατανάλωση πετρελαίου
ανάγκη ж. πετρελαίου
εξαγωγή ж. πετρελαίου
εξαγωγή ж. πετρελαίου
λάμπα ж. πετρελαίου
λάμπα ж. πετρελαίου
Öllampe ж.
άντληση πετρελαίου
κοίτασμα πετρελαίου
διυλιστήριο πετρελαίου
λάμπα πετρελαίου
Öllampe ж.
κηρός πετρελαίου
κηρός πετρελαίου
Erdölwachs ср.
εξόρυξη πετρελαίου
σόμπα πετρελαίου
Ölofen м.
κοκ πετρελαίου
κοκ πετρελαίου
διύλιση πετρελαίου
βιομηχανία πετρελαίου

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский