греко » немецкий

Переводы „πλαστογράφηση“ в словаре греко » немецкий

(Перейти к немецко » греческий)

πλαστογράφησ|η <-εις> [plastɔˈɣrafisi] SUBST ж.

1. πλαστογράφηση (εγγράφου):

πλαστογράφηση
πλαστογράφηση διαβατηρίου
πλαστογράφηση εγγράφου
πλαστογράφηση επιταγής

2. πλαστογράφηση перенос. (της ιστορίας):

πλαστογράφηση

Примеры со словом πλαστογράφηση

πλαστογράφηση ж. επιταγής
πλαστογράφηση διαβατηρίου
πλαστογράφηση εγγράφου
πλαστογράφηση επιταγής

Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский