немецко » греческий

Переводы „πολικό“ в словаре немецко » греческий

(Перейти к греко » немецкий)
Polkörper м. МЕД.
πολικό σωμάτιο ср.
πολικό σέλας ср.
πολικό μόριο
πολικό κλίμα ср.
πολικό κάλυμμα ср.
βόρειο (πολικό) σέλας ср.
μη πολικό μόριο
греко » немецкий

Переводы „πολικό“ в словаре греко » немецкий

(Перейти к немецко » греческий)
πολικό επίπεδο
πολικό διάλυμα
πολικό σέλας
Polarlicht ср.
πολικό μόριο
πολικό διάνυσμα
πολικό κλίμα
Polarklima ср.
πολικό σωμάτιο
πολικό διάγραμμα ФИЗ.
πολικό μέτωπο
πολικό τρίγωνο
Polardreieck ср.
πολικό κάλυμμα
μη πολικό μόριο
μη πολικό μόριο

Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский