греко » немецкий

Переводы „ψυχολογία“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

ψυχολογία [psixɔlɔˈjia] SUBST ж.

ψυχολογία
αθλητική ψυχολογία
ατομική ψυχολογία
διαφορική ψυχολογία
εργασιακή ψυχολογία
ψυχολογία της μορφής, ψυχολογία Gestalt
ψυχολογία του παιδιού

Примеры со словом ψυχολογία

ψυχολογία της μορφής, ψυχολογία Gestalt
αθλητική ψυχολογία
ατομική ψυχολογία
διαφορική ψυχολογία
εργασιακή ψυχολογία
γνωστική ψυχολογία
ψυχολογία ж. της μορφής
ψυχολογία του παιδιού

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский