греко » немецкий

Переводы „δεκάλεπτο“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

δεκάλεπτο [ðɛˈkalɛptɔ] SUBST ср.

δεκάλεπτο
zehn Minuten ж. мн.
δεκάλεπτο
στο δεκάλεπτο που
χρειάστηκα ένα δεκάλεπτο
το κατάφερα σε ένα δεκάλεπτο
στο επόμενο δεκάλεπτο
ένα δεκάλεπτο ακόμα

Примеры со словом δεκάλεπτο

στο δεκάλεπτο που
στο επόμενο δεκάλεπτο
ένα δεκάλεπτο ακόμα
χρειάστηκα ένα δεκάλεπτο
το κατάφερα σε ένα δεκάλεπτο

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский