- Betriebswirt(in)
- οικονομολόγος mf επιχειρήσεων
-
- λύση επιχειρήσεων
-
- διάσπαση ж. επιχειρήσεων
-
- κέντρο ср. επιχειρήσεων
- μητρώο επιχειρήσεων
- Firmenregister ср.
- ενοποίηση επιχειρήσεων
-
- όμιλος επιχειρήσεων
-
- συγχώνευση επιχειρήσεων
-
- (ενοποιημένο) συγκρότημα επιχειρήσεων
-
- σύμπραξη εισαγωγικών επιχειρήσεων
- Importkartell ср.
-
- Handelsregister ср.
- όμιλος επιχειρήσεων κατασκευής αυτοκινήτων
-
-
- Ausfuhrkartell ср.
PONS OpenDict
Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?
Пожалуйста, отправьте нам новый словарный запись для PONS OpenDict. Внесенные предложения проверяются редакцией PONS и соответствующим образом включаются в результаты.