- λειτουργία
- Funktion ж.
- πλήκτρο ср. λειτουργίας ИНФОРМ.
-
- λειτουργία
- Tätigkeit ж.
- λειτουργία
- Gottesdienst м.
- βραδινή λειτουργία
-
Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?
Пожалуйста, отправьте нам новый словарный запись для PONS OpenDict. Внесенные предложения проверяются редакцией PONS и соответствующим образом включаются в результаты.
- αμφίδρομη λειτουργία
- βραδινή λειτουργία
- ημιαμφίδρομη λειτουργία
- θεία λειτουργία
- Gottesdienst м.
- διασφαλιστική λειτουργία МЕХАН.
Поиск в словаре
- λεηλατώ
- λέι
- λεία
- λειαίνω
- λειαντικό
- λειτουργία
- λειτουργικός
- λειτουργός
- λειτουργώ
- λειχήνα
- λειχηνίνη