греко » немецкий

νοσοκομείο [nɔsɔkɔˈmiɔ] SUBST ср.

νοσοκομείο
Krankenhaus ср.
εκπαιδευτικό νοσοκομείο
ιδιωτικό νοσοκομείο
κρατικό νοσοκομείο
στρατιωτικό νοσοκομείο
στρατιωτικό νοσοκομείο
Lazarett ср.

νοσοκομείο SUBST

Статья, составленная пользователем
πανεπιστημιακό νοσοκομείο ср.

Примеры со словом νοσοκομείο

εκπαιδευτικό νοσοκομείο
ιδιωτικό νοσοκομείο
κρατικό νοσοκομείο
στρατιωτικό νοσοκομείο

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский