греко » немецкий

Переводы „κανονιοβολισμός“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

κανονιοβολισμός [kanɔniɔvɔlizˈmɔs] SUBST м.

1. κανονιοβολισμός (βολή):

κανονιοβολισμός
Schuss м.

2. κανονιοβολισμός (συνεχής ενέργεια):

κανονιοβολισμός
ο κανονιοβολισμός της πόλης

Примеры со словом κανονιοβολισμός

ο κανονιοβολισμός της πόλης

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский