греко » немецкий

Переводы „ρύθμιση“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

ρύθμισ|η <-εις> [ˈriθmisi] SUBST ж.

1. ρύθμιση (η πράξη, μηχανισμός):

ρύθμιση
Regelung ж.
ρύθμιση έντασης ήχου

2. ρύθμιση (διακόπτης):

ρύθμιση
Regler м.
ρύθμιση έντασης ήχου

Примеры со словом ρύθμιση

ρύθμιση ж. μπάσων
ρύθμιση ж. ανάφλεξης
ρύθμιση ж. υψηλών (συχνοτήτων)
ρύθμιση ж. της οθόνης
ρύθμιση έντασης ήχου

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский