συμμετρία [simɛˈtria] SUBST ж.
2. συμμετρία (γύρω από νοητό άξονα):
-
Symmetrie ж.
-
συμμετρία αναστροφής ФИЗ.
-
κέντρο ср. συμμετρίας
-
Symmetriezentrum ср.
Вы хотите добавить слова, фразы или переводы?
Пришлите нам новую статью.