немецко » греческий

Переводы „χρηματοοικονομικός“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

geldwirtschaftlich ФИНАНС., ЭКОН.
χρηματοοικονομικός
χρηματοοικονομικός
χρηματοοικονομικός έλεγχος м.
χρηματοοικονομικός σχεδιασμός м.
χρηματοοικονομικός πόλεμος м.
χρηματοοικονομικός λογιστής м. (χρηματοοικονομική λογίστρια) ж.
χρηματοοικονομικός [ м. δημοσιονομικός] έλεγχος

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский