греко » немецкий

Переводы „εγκληματικότητα“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

εγκληματικότητα [ɛŋglimatiˈkɔtita] SUBST ж.

εγκληματικότητα
εγκληματικότητα ανηλίκων
βίαιη εγκληματικότητα
ηλεκτρονική εγκληματικότητα
οικονομική εγκληματικότητα
οργανωμένη εγκληματικότητα
περιβαλλοντική εγκληματικότητα
εγκληματικότητα σπειρών

Примеры со словом εγκληματικότητα

εγκληματικότητα ж. σπειρών
εγκληματικότητα ж. ανηλίκων
περιβαλλοντική εγκληματικότητα
εγκληματικότητα ανηλίκων
βίαιη εγκληματικότητα
ηλεκτρονική εγκληματικότητα
οικονομική εγκληματικότητα
οργανωμένη εγκληματικότητα
εγκληματικότητα σπειρών

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский