немецко » греческий

Переводы „αναπνευστική“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

αναπνευστική ανακοπή ж.
αναπνευστική παράλυση ж.
греко » немецкий

Переводы „αναπνευστική“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

αναπνευστική ανακοπή
αναπνευστική γυμναστική
αναπνευστική ανεπάρκεια
αναπνευστική κοιλότητα
αναπνευστική οδός
αναπνευστική παράλυση
αναπνευστική ανακοπή
αναπνευστική ανεπάρκεια
αναπνευστική οξέωση
αναπνευστική οδός
Atemweg м.
αναπνευστική αλκάλωση
αναπνευστική συσκευή
Atemgerät ср.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский