греко » немецкий

Переводы „θερμοκρασία“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

θερμοκρασία [θɛrmɔkraˈsia] SUBST ж.

θερμοκρασία
θερμοκρασία αέρα
απόλυτη θερμοκρασία ФИЗ.
αρχική θερμοκρασία
θερμοκρασία δωματίου
σε θερμοκρασία δωματίου
ελάχιστη θερμοκρασία
επιφανειακή θερμοκρασία
κανονική θερμοκρασία ФИЗ., ХИМ.
κρίσιμη θερμοκρασία ФИЗ.
θερμοκρασία του σώματος
θερμοκρασία χρώματος

Примеры со словом θερμοκρασία

θερμοκρασία ж. ανακρυστάλλωσης
θερμοκρασία ж. καύσης
θερμοκρασία ж. ανάφλεξης
θερμοκρασία ж. βαφής
θερμοκρασία ж. σύντηξης
κρίσιμη θερμοκρασία
ελάχιστη θερμοκρασία
επιφανειακή θερμοκρασία
θερμοκρασία αέρα
αρχική θερμοκρασία
θερμοκρασία δωματίου
θερμοκρασία χρώματος
απόλυτη θερμοκρασία ФИЗ.
κανονική θερμοκρασία ФИЗ., ХИМ.
θερμοκρασία ж. της φλόγας
σε θερμοκρασία δωματίου
θερμοκρασία του σώματος

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский