немецко » греческий

Переводы „προοπτικές“ в словаре немецко » греческий (Перейти к греко » немецкий)

επαγγελματικές προοπτικές ж. мн.
προοπτικές ж. мн. επιτυχίας
μάταιος, χωρίς προοπτικές
με καλές προοπτικές
προοπτικές ж. мн. της επιχείρησης
etw вин. in Aussicht haben
έχω προοπτικές για κάτι
κάτι έχει προοπτικές επιτυχίας
προοπτικές ж. мн. της οικονομίας
προοπτικές ж. мн. για το μέλλον
греко » немецкий

Переводы „προοπτικές“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

επαγγελματικές προοπτικές
Berufsaussichten ж. мн.
χωρίς προοπτικές
προοπτικές ж. мн. εξαγωγών
Exportaussichten ж. мн.
προοπτικές ж. мн. τζίρου
Umsatzaussichten ж. мн.
δημοσιονομικές προοπτικές ЕС
ρόδινες προοπτικές
rosige Aussichten ж. мн.
κάτι έχει προοπτικές
κάτι έχει καλές προοπτικές
κάτι δεν έχει προοπτικές
(καλές) επαγγελματικές προοπτικές
(gute) Berufsaussichten ж. мн.

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский