греко » немецкий

Переводы „συνδιάλεξη“ в словаре греко » немецкий (Перейти к немецко » греческий)

συνδιάλεξ|η <-εις> [sinðiˈalɛksi] SUBST ж.

(τηλεφωνική) συνδιάλεξη
αστική συνδιάλεξη
υπεραστική συνδιάλεξη
συνδιάλεξη εσωτερικού
συνδιάλεξη εξωτερικού

Примеры со словом συνδιάλεξη

υπεραστική συνδιάλεξη
συνδιάλεξη εσωτερικού
συνδιάλεξη εξωτερικού
(τηλεφωνική) συνδιάλεξη
αστική συνδιάλεξη

Хотели бы вы добавить слова, фразы или переводы?

Пришлите нам новую статью.

Интерфейс Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский